Παλμιτοϋλαιθανολαμίδη
Η παλμιτοϋλαιθανολαμίδη (PEA) είναι ένα φυσικό, προστατευτικό, ενδογενές αμίδιο λιπαρού οξέος που παράγεται στο σώμα μας, στα ζώα και τα φυτά. Μπορεί να βρεθεί σε τρόφιμα όπως το κρέας, τα αυγά, τους σπόρους σόγιας και τα φιστίκια. Ο νομπελίστας Levi-Montalcini εντόπισε την PEA ως φυσικό μόριο, περιγράφοντας την αξία του στην αντιμετώπιση χρόνιων λοιμώξεων και πόνων. Μετά την ανακάλυψή του, πραγματοποιήθηκαν εκατοντάδες επιστημονικές μελέτες, ειδικότερα για να αποδειχθεί ότι είναι αποτελεσματικό και ασφαλές στη χρήση ενάντια στα συμπτώματα της γρίπης και του κοινού κρυολογήματος. Η PEA περιγράφεται σε επιστημονικά συγγράμματα ως ένα φυσικό παυσίπονο. Στην ουσία είναι ένα ενδογενές αμίδιο λιπαρού οξέος που εμπλέκεται σε μια σειρά κυτταρικών λειτουργιών, στον χρόνιο πόνο και τη φλεγμονή. Έχει αποδειχθεί ότι έχει νευροπροστατευτική, αντιφλεγμονώδη, αναλγητική και αντι-σπασμωδική ιδιότητα. Τα άτομα που υποφέρουν από χρόνιους πόνους παρουσιάζουν έλλειψη στην παραγωγή PEA. Τα τελευταία 50 χρόνια πάνω από 350 επιστημονικά άρθρα στο PubMed περιγράφουν το φαρμακολογικό και θεραπευτικό προφίλ της PEA. Η αντιφλεγμονώδης και θεραπευτική δράση του PEA ενάντια στη γρίπη και το κοινό κρυολόγημα περιλαμβάνει 6 κλινικές δοκιμές σε συνολικά περίπου 4000 ασθενείς και εθελοντές, όπου αποδεικνύεται η αποτελεσματικότητα και η ασφάλεια του. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι δοκιμές επικεντρώθηκαν στην αναπνευστική φλεγμονή και τη γρίπη. Έχει επίσης δοκιμαστεί εκτενώς (με θετικά αποτελέσματα) και σε άλλες καταστάσεις υγείας όπως φαίνονται παρακάτω,
Πόνος από οστεοαρθρίτιδα
Γλάυκωμα
Σκλήρυνση κατά πλάκας
Ισχιακό άλγος
Χρόνιο πυελικό άλγος
Ασθένεια Alzheimer
Σύνδρομο ευερέθιστου εντέρου
Σύνδρομο καρπιαίου σωλήνα
Αμυοτροφική πλάγια σκλήρυνση
Διάμεση κυστίτιδα
Περιφερική νευροπάθεια, προκαλούμενη από χημειοθεραπεία
NAC
Το αμινοξύ Ν-ακετυλοκυστεΐνη είναι αποτελεσματικό ενάντια στον βήχα των καπνιστών, την βρογχίτιδα και τη δηλητηρίαση από βαρέα μέταλλα. Η τόνωση του ανοσοποιητικού με ακετυλοκυστε νη μπορεί επίσης να παράσχει προστασία κατά της γρίπης και τα συμπληρώματα που περιέχουν NAC θα πρέπει να λαμβάνονται τακτικά από άτομα που είναι πιο ευάλωτα στις επιπτώσεις του ιού της γρίπης, ιδιαίτερα από τους ηλικιωμένους και τα άτομα με χρόνιες ασθένειες. Επιπλέον μελέτες έχουν δείξει ότι η ακετυλοκυστεΐνη μπορεί να βοηθήσει στην προστασία των πνευμόνων από τις καρκινογόνες ουσίες που βρίσκονται στον καπνό του τσιγάρου, να προστατεύσει το συκώτι από τις τοξικές επιδράσεις του αλκοόλ και να μειώσει τις τοξικές παρενέργειες ορισμένων φαρμάκων που χρησιμοποιούνται για τη θεραπεία του καρκίνου. Επιπλέον παρουσιάζει ισχυρή βλεννολυτική και αποχρεμπτική δράση, ιδανικό για τον παραγωγικό βήχα.
Αγριοτριανταφυλλιά
Θεωρείται η πλουσιότερη φυσική πηγή βιτα- μίνης C. Οι θρεπτικές της ουσίες ενισχύουν το ανοσοποιητικό σύστημα και βοηθούν στην πρόληψη των ασθενειών, όπως το κρυολόγημα, οι ιώσεις, η γρίπη κ.τ.λ. Δρα ευεργετικά στο αναπνευστικό σύστημα και διευκολύνει την αναπνοή με τον καθαρισμό των βλεννογόνων. Επίσης, οι αντιφλεγμο- νώδεις ιδιότητες του φυτού είναι χρήσιμες στη θεραπεία ασθενών που υποφέρουν από οστεοαρθρίτιδα.
Αρπαγόφυτο
Έχει αντιφλεγμονώδεις, αντιρρευματικές, αναλγητικές και ηρεμιστικές ιδιότητες ενώ παράλληλα βοηθάει στην αποβολή του ουρικού οξέος. Στη σύγχρονη βοτανοθεραπεία, το αρπαγόφυτο χρησιμοποιείται κυρίως για την αντιμετώπιση της αρθρίτιδας, και της μυαλγίας. Έρευνες που πραγματοποιήθηκαν για τη δράση του βοτάνου διαπίστωσαν πως έχει ισχυρές αντιφλεγμονώδεις ιδιότητες, που συγκρίνονται με τις αντίστοιχες της κορτιζόνης και της ιβουπροφένης, ενός μη στεροειδούς αντιφλεγμονώδους φαρμάκου που χρησιμοποιείται ευρύτατα ως παυσίπονο και αναλγητικό σε φάρμακα κατά των μυοσκελετικών πόνων (αρθρίτιδα, τενοντίτιδα, πόνοι πλάτης)
Πρόπολη
Το “αντιβιοτικό της φύσης”, περιέχει εκατοντάδες ενώσεις, όπως βιταμίνες, μέταλλα, αμινοξέα και φλαβονοειδή που προωθούν τις αντιφλεγμονώδεις, αντιοξειδωτικές, αντι-μικροβιακές, αντιβιοτικές, αντιμυκητιασικές και αντιικές ιδιότητες. Έχει αποδειχτεί ότι η πρόπολη διεγείρει και ενισχύει το γενικό και ειδικό ανοσοποιητικό σύστημα, ενώ παράλληλα αυξάνει την ιντερφερόνη, προκαλώντας κυτταρική και χημική ανοσία.